H θήρα ως θεσμός κοινωνικός ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΘΗΚΕ

VIVE LA REVOLUTION, στις 26 Αυγούστου 1789, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση ενέκρινε τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Μεταξύ αυτών, οι νόμοι περί θήρας, που φτάνουν ως τις μέρες μας ακριβώς με την ίδια εγκυρότητα, όχι όμως και με το ίδιο κύρος, που φτάνουν και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα.
Όλοι θυμόμαστε από τα σχολικά μας χρόνια πότε έγινε η Γαλλική Επανάσταση (αυτό είναι εύκολο,1-7-8-9), τις ταραχές, τις οδομαχίες, τις εκτελέσεις (ναι, ναι χαμός γινότανε), την κατάληψη της Βαστίλης (ε καλά, 14 Ιουλίου) και τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση (α ναι, συνέταξε τη Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου).
Μερικοί, ίσως, να θυμούνται και το ιδεολογικό τρίπτυχο της επανάστασης (καλά λες, Ελευθερία – Ισότητα – Αδελφότητα). Κάπου εκεί, όμως, σταματούν και οι γνώσεις μας και μένουμε με την εντύπωση ότι έληξε και η επανάσταση και ότι ολοκληρώθηκε το έργο της. Τα πράγματα, όμως, δεν έχουν ακριβώς έτσι…
Η σχέση μας με τις αρχές και τις αξίες της Επανάστασης
Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ εκτελέσθηκε τριάμισι χρόνια μετά την κατάληψη της Βαστίλης (τον Ιανουάριο του 1793) και ο Ναπολέων Βοναπάρτης διέλυσε τις τελευταίες διαδηλώσεις τον Οκτώβριο του 1795.
Στην εξαετία αυτή έγιναν πολλά και άλλαξαν πολλά. Οι αρχές και οι αξίες της Επανάστασης, όπως καταγράφηκαν και αποκρυσταλλώθηκαν στο Συντακτικό και Νομοθετικό έργο της Εθνοσυνέλευσης, διαδόθηκαν και νομιμοποιήθηκαν με το κύρος όχι μόνο μιας λαϊκής εξέγερσης, αλλά και μιας πολιτικής και πολιτειακής εξουσίας.
Φθάνουν ως τις μέρες μας αδιαμφισβήτητες σε θεωρητικό επίπεδο, ενώ οι κατά καιρούς παραβιάσεις τους αυξάνουν το κύρος τους.
Ξεχνώντας ή και μη γνωρίζοντας τις θυσίες και το αίμα που χύθηκε, θεωρούμε δεδομένο ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι, ότι η ελευθερία είναι το να μπορείς να κάνεις οτιδήποτε δεν βλάπτει άλλους, ότι οι νόμοι πρέπει να εκφράζουν τη βούληση του λαού, ότι η διακίνηση των ιδεών και η έκφραση της γνώμης πρέπει να είναι ελεύθερες.
Ιδιαίτερη είναι η σχέση των Ελλήνων με τις αρχές και τα δικαιώματα αυτά. Και τούτο όχι μόνο διότι “του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει” αλλά και διότι οι αρχές της Γαλλικής και της Αμερικανικής επανάστασης εκφράσθηκαν με διάφορη, κατά καιρούς, γλώσσα και έγιναν αποδεκτές και μάλιστα ως θεμελιώδεις αρχές και συστατικά μέρη όλων των Ελληνικών Συνταγμάτων, από το 1821 έως και σήμερα. Έχουν, λοιπόν, διαποτίσει τόσο τη νομική σκέψη, όσο και τη λαϊκή συνείδηση.
Άρθρο ΙΙΙ: ” Το αποκλειστικό δικαίωμα στη θήρα καταργείται…”
Αυτό, όμως, που δεν έχει γίνει ευρύτερα γνωστό είναι ότι ένα νομικό κείμενο της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης, το οποίο προηγήθηκε χρονικά της Διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αφορά το κυνήγι.
Ας δούμε πώς έχουν τα πράγματα:
Οι νόμοι μέχρι τότε διατηρούσαν το κυνήγι ως αποκλειστικό προνόμιο των βασιλέων, των ευγενών και γενικά των προνομιούχων τάξεων. Οι ποινές για την παράνομη θήρα ήταν βαρύτατες και έφθαναν μέχρι και τη θανατική καταδίκη.
Τη νύχτα της 4ης Αυγούστου 1789, παρακινούμενος από τις ιδέες και τα επιχειρήματα των γάλλων φιλοσόφων, ο υποκόμης της Νοβέγι (βετεράνος του Αμερικανικού πολέμου της ανεξαρτησίας και συγγενής του Λαφαγέτ), ο οποίος προσωπικά είχε τεθεί επικεφαλής γαλλικών δυνάμεων για να υποστηρίξει τον Τζ. Ουάσινγκτον, έλαβε το λόγο στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση και κατονόμασε τις αδικίες που προκάλεσαν το λαϊκό ξεσηκωμό. Πρώτες στη σειρά ήταν όσες σχετίζονταν με τους νόμους περί θήρας.
Κάλεσε τη Συνέλευση να διορθώσει τα κακώς κείμενα. Η Εθνοσυνέλευση σύντομα κατακλύσθηκε με αιτήματα για τη σύνταξη διακήρυξης δικαιωμάτων, ανάλογης με την Αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας.
Ο Τόμας Τζέφερσον, ο οποίος υπηρετούσε τότε ως εντεταλμένος υπουργός στη Γαλλία, είχε στενή συνεργασία για το θέμα αυτό με τους εκπροσώπους.
Συμμορφωμένη, λοιπόν, η Εθνοσυνέλευση με την απαίτηση να τεθεί τέλος στις αδικίες, εξέδωσε το Διάταγμα της 11ης Αυγούστου 1789.
Το άρθρο III απερίφραστα και αδιαμφισβήτητα καθορίζει: “Το αποκλειστικό δικαίωμα στη θήρα και στη διατήρηση βιοτόπων λαγόμορφων καταργείται και κάθε ιδιοκτήτης γης θα έχει το δικαίωμα να θηρεύει ή να επιτρέπει να θηρεύονται στην ιδιοκτησία του όλων των ειδών τα θηράματα, φροντίζοντας, όμως, για την τήρηση των κανονισμών ελέγχου που θα καθιερωθούν, αποσκοπώντας στην ασφάλεια του κοινού.
Όλες οι ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές, περιλαμβανομένων των βασιλικών δασών και όλα τα (αποκλειστικά) κυνηγετικά δικαιώματα, υπό οποιαδήποτε ονομασία, καταργούνται ομοίως.
Ο πρόεδρος της Συνέλευσης θα αναλάβει την αποστολή να ζητήσει από τον Βασιλιά την επιστροφή όσων έχουν εξορισθεί ή είναι στις γαλέρες μόνο για παραβιάσεις των κανονισμών περί θήρας, καθώς και την απελευθέρωση των φυλακισμένων για παρόμοιους λόγους και την κατάργηση των δικών που εκκρεμούν”.
Στις 26 Αυγούστου η Εθνοσυνέλευση ενέκρινε τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Τα δύο αυτά κείμενα ήταν τα θεμέλια της Επανάστασης και αποτελούν, ίσως, την πλέον μόνιμη και διαρκή επιτυχία της.
Διορθώθηκαν, έτσι, οι αδικίες των νόμων περί θήρας που υποχρέωναν τους αγρότες να συντηρούν και να προστατεύουν την άγρια πανίδα για να μπορούν να θηρεύουν οι άρχοντες, δηλαδή οι πολιτικά και οικονομικά προνομιούχες τάξεις, ενώ στους ίδιους απαγορευόταν αυτή η δραστηριότητα και ας ήταν απαραίτητη για την επιβίωσή τους.
Έχουμε, λοιπόν, δύο πολιτικά – νομικά κείμενα προερχόμενα από την ίδια πηγή, τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, που απέχουν μεταξύ τους περίπου δύο εβδομάδες, δηλαδή, έχουν πρακτικά την ίδια “ηλικία”, και που έχουν συνταχθεί κάτω από τις ίδιες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες και κυρίως σε μία περίοδο όπου η διάχυτη περιρρέουσα ιδεολογική φόρτιση είναι πολύ έντονη και πολύ συγκεκριμένη. Και, βέβαια, είναι και τα δύο προϊόντα των ίδιων αγώνων.
Θήρα: ένας αναμφισβήτητος κοινωνικός θεσμός
Είναι προφανές ότι το δικαίωμα στη θήρα, που ασκείται με τρόπο ασφαλή και σύμφωνα με το νόμο, εκφράζεται και αναγνωρίζεται ρητά και συγκεκριμένα από την Εθνοσυνέλευση και φθάνει ως εμάς με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια εγκυρότητα που φθάνουν και άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και νομικές αρχές, όπως το τεκμήριο της αθωότητας, η ελεύθερη έκφραση της γνώμης, η αρχή της ισότητας ενώπιον των νόμων, η ελευθερία του λόγου και του Τύπου.
Εύλογη είναι, συνεπώς, η απορία πώς οι διαρρηγνύοντες τα ιμάτιά τους, για τα ανθρώπινα και όχι μόνο δικαιώματα, Αβανγκάρντ οικολογούντες, μεταμοντέρνοι, παγκοσμιοποιημένοι, “δημοκράτες”, αντικυνηγοί, φιλειρηνιστές και ακραιφνείς Γκουρμέ, δεν αναγνωρίζουν το ισόκυρο των δικαιωμάτων και την αναλογία τους. Το ίδιο, βέβαια, συμβαίνει -για να μη κατηγορούμε μόνο τους φίλους μας- και με την καθεστηκυία πολιτική και επιστημονική τάξη που, παρά την αδιαμφισβήτητη συνεισφορά στην παγίωση και διαφύλαξη όλων των άλλων δικαιωμάτων μας, έχει συμπτωματικά παραλείψει να αναγνωρίσει και αυτό το δικαίωμα και να το προστατεύσει με την αυτή πολιτική και επιστημονική θωράκιση.
Επειδή, όμως, εμείς είμαστε καλόπιστοι, μέχρι παρεξηγήσεως, θα δώσουμε στον πολιτικό και επιστημονικό κόσμο το πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Αφού δεν είμαστε βέβαιοι για τις προθέσεις τους δεν θα τους αποδώσουμε δόλο ή σκοπιμότητα. Και επιπλέον, επειδή δεν είμαστε ανιστόρητοι μοναχοφάιδες συντεχνίτες, θα λάβουμε υπόψη μας ότι τα περισσότερα Ελληνικά Συντάγματα συντάχθηκαν εν θερμώ, δηλαδή, αμέσως μετά το τέλος ή και στη διάρκεια, μερικές φορές, ανώμαλων ή έκτακτων πολιτικών περιόδων, όπου το πολιτικό και κοινωνικό ζητούμενο ήταν η αποκατάσταση της νομιμότητας και επαναεπιβεβαίωση των αρχών και των θεσμών. Μήπως θα πρέπει να σκεφθούμε ότι, σε επίπεδο Συνταγματικού Δικαίου, η θήρα ήταν θεσμός κοινωνικός που ΟΥΔΕΠΟΤΕ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΘΗΚΕ και γι’ αυτό ουδέποτε επιχειρήθηκε η αποκατάστασή του; (Μπα, πώς μας ήρθε αυτή η ιδέα;).
Ωστόσο, παρά την καλοπιστία μας και την κατανόησή μας για τη διαφορετική ιεράρχηση των προτεραιοτήτων και δίνοντας όλα τα ελαφρυντικά στους κατά καιρούς εθνοπατέρες, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι το Σύνταγμα του 1975 ήταν το τελευταίο που αποκατέστησε θεμελιώδεις θεσμούς και καθόρισε πολιτειακό και πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Οι αναθεωρήσεις που ακολούθησαν, παρά το ότι ρύθμισαν ουσιώδη θέματα, δεν έγιναν, όμως, υπό καθεστώς εκτάκτων συνθηκών.
Υπήρχε, λοιπόν, όλη η άνεση χρόνου, αλλά και η ευχέρεια πολιτικών συνθηκών, ώστε να συμπληρωθεί ο κατάλογος των προστατευομένων δικαιωμάτων και θεσμών με τη συμπερίληψη και του δικαιώματος – θεσμού της θήρας.
Αναλαμβάνοντας τις ευθύνες μας
Αυτό δεν έγινε, και αυτή τη φορά μόνο τους εαυτούς μας και τους εκπροσώπους μας μπορούμε να μεμφθούμε.
Είχαμε όλη την ευχέρεια, μέσα σε καθεστώς Δημοκρατίας, πολυκομματικής και αντιπροσωπευτικής, έχοντας ήδη συστήσει ένα μικρό αλλά δυναμικότατο πολιτικό φορέα, έχοντας υπέρ μας τουλάχιστον 500.000 ψηφοφόρων (οι οποίοι, ακόμα και διασπασμένοι στα κυριότερα κόμματα, αποτελούν πολιτική δύναμη ζηλευτή), συνεισφέροντας από την τσέπη μας στην εθνική οικονομία ένα ποσό που πλησιάζει τα 2.000.000.000 ευρώ, έχοντας στις τάξεις μας εξέχοντα, προβεβλημένα και δημοφιλή δημόσια πρόσωπα, αλλά και πλήθος επιστημόνων και καλλιτεχνών, να εργασθούμε σε όλα τα επίπεδα και προς όλες τις κατευθύνσεις, διεκδικώντας τη συνταγματική αναγνώριση και κατοχύρωση του δικαιώματος στην άσκηση θήρας.
Οι διεκδικήσεις μας θα είχαν δικαιωθεί διότι, εκτός των άλλων, έχουμε μαζί μας την κοινή λογική, τα επιστημονικά δεδομένα, τη διεθνή εμπειρία και το πολύπλευρο και μεγάλο έργο μας.
Και, βέβαια, μην ξεχνάμε ότι για πολλά χρόνια δεν είχαμε ουσιαστικούς αντιπάλους.
Τα “κατορθώματά” μας
Η δικαίωση θα είχε την αυξημένη τυπική ισχύ και τη μεγάλη χρονική διάρκεια της Συνταγματικής διάταξης και θα ήταν εύκολο να γίνουν άμεσα και οι νομοθετικές κανονιστικές και εκτελεστικές ρυθμίσεις, που θα ολοκλήρωναν στις λεπτομέρειες τη διάταξη. Αντί γι’ αυτά εμείς τι καταφέραμε;
Καταφέραμε να αναδείξουμε, με την αδράνειά μας και με τις λανθασμένες επιλογές και στρατηγικές μας, τους αντιπάλους μας σε υπολογίσιμη πολιτική δύναμη, έστω και αν αριθμούν το ένα πέμπτο της δικής μας δύναμης και παρά το ότι έχουμε… πολλά ράμματα για την επώνυμη γούνα τους.
Καταφέραμε να χάσουμε το παιχνίδι των δημοσίων σχέσεων παρά το ότι υπήρχαν οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την κατά κράτος επικράτησή μας (στοιχεία και χρήματα).
Καταφέραμε να ανοίξουμε διάφορα μικρομάγαζα, να στήσουμε καπετανάτα και να υψώσουμε μπαϊράκια, αλλά, δυστυχώς, όλα είναι κατασκευασμένα από τσιγαρόχαρτο και μωροφιλοδοξίες.
Καταφέραμε να βρισκόμαστε σε θέση απολογούμενου, τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο, αντί να βρισκόμαστε σε θέση υπεροχής και κατηγόρου και μάλιστα με το δίκιο μας.
Καταφέραμε να μην έχουμε κρεμασμένη σε κάθε περίπτερο την εφημερίδα μας, δίπλα στις άλλες πολιτικές και μη εφημερίδες, και ας θα είχε μεγαλύτερη κυκλοφορία σχεδόν από όλες.
Καταφέραμε, με μεγάλο κόπο είναι αλήθεια, να μη γίνει γνωστό ούτε το φιλοθηραματικό ούτε το οικολογικό έργο των μελών μας, ενώ αλωνίζουν, άνευ αντιπάλου στα ΜΜΕ, οι επιδοτούμενοι, καναπεδάτοι επαγγελματίες φιλόζωοι και οικολόγοι. Όταν, μάλιστα, κάποιοι από αυτούς είναι αποδεδειγμένα και μέλη απελευθερωτικών (από τις κοινωνικές συμβάσεις, ντε) κινημάτων με ψυχοβιολογικές προεκτάσεις, ε τότε τους θαυμάζουμε και εμείς οι ίδιοι.
Καταφέραμε να διασπαστούμε σε διαφόρων ειδών κλίκες, σέχτες, αιρέσεις, παρέες, ομάδες και αγέλες και, μάλιστα, να μαχόμαστε με πάθος παράλογο τους “άλλους”, με χειρότερη απ’ όλες τις διαιρέσεις αυτή σε “καλούς” και “κακούς”. Ακόμα και τα κοινά ενδιαφέροντά μας τα κάναμε αίτια και αφορμή να φαίνονται σκυλοκαβγάδες, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Καταφέραμε να πειθαρχούμε σε κομματικά κελεύσματα, ενώ με τη δύναμη των ψήφων μας θα μπορούσαμε να κάνουμε τα κόμματα να πειθαρχούν σε μας, πράγμα που έχουν πετύχει με τη δύναμη των τσιριχτών φωνών και κραυγών τους οι κραγμένοι αμπελοφιλόσοφοι ντιντήδες.
Καταφέραμε να βαθύνουμε το χάσμα που μας χωρίζει από τους σοβαρούς οικολόγους, ενώ θα μπορούσαμε να το γεφυρώσουμε.
Ο κατάλογος των κατορθωμάτων μας θα μπορούσε να συνεχισθεί για μερικές ακόμα σελίδες, αλλά η μετριοφροσύνη επιβάλλει να σταματήσουμε.
Κάνοντας τον απολογισμό τής μέχρι τώρα πορείας μας, δεν μπορούμε παρά να θαυμάσουμε εαυτούς και αλλήλους για τις ευκαιρίες που χάσαμε, για τη δουλειά που δεν κάναμε, για το αναξιοποίητο δυναμικό μας, για το κύρος που χαρίσαμε στους αντιπάλους μας, για την κοινωνική και πολιτική απαξία μας, για τη μικρόνοια, τη μικρότητα, το ραγιαδισμό, τον κομματισμό, την επιλεκτική τσιγκουνιά μας, την τεμπελιά μας, την κουτοπονηριά, τη θεοποιημένη αρπαχτή πάσης φύσεως, τη θεσμοθετημένη ανευθυνότητα και, κυρίως, κυρίως λέγω, για το ότι αποδείξαμε περιτράνως, πασιφανώς, αναμφισβητήτως και αναποδράστως, ότι είμαστε Έλληνες, ναι Έλληνες γνήσιοι, απόγονοι εκείνων που διακρίθηκαν ανέκαθεν για το μεγάλο προσόν και προτέρημα να καταφέρνουν να ανακαλύπτουν τι τους χωρίζει και να το αναδεικνύουν σε πρώτο και μέγιστο ζήτημα, ενώ παράλληλα να συγκαλύπτουν, να πνίγουν και να θάβουν ό,τι τους ενώνει, προς μέγιστο όφελος των άλλων.
“Δούναι και λαβείν”
Με την αυτοσυνειδησία μας, λοιπόν, σε επίπεδο κόκκινου συναγερμού, ας βάλουμε για λίγο στην άκρη τα φλέγοντα ζητήματα που μας συγκλονίζουν ως άτομα, ή ακόμα και ως υποσύνολα του μεγάλου συνόλου, που θέλουμε να αποκαλούμε και να είναι “κυνηγετική οικογένεια” και ας σκεφτούμε ότι δεν μπορούμε να αδιαφορούμε, ούτε και να είμαστε εχθρικοί, απέναντι σε όσους δεν συμμερίζονται το δικό μας ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ή χόμπι, ή προτίμηση σε ότι αφορά τα κυνηγετικά πράγματα.
Ας σκεφτούμε ότι στο εγγύς μέλλον όλο και κάτι θα κινείται στο πεδίο του Συνταγματικού Δικαίου.
Ας ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας και ας κάνουμε απογραφή των δυνατοτήτων μας.
Ας αναθέσουμε τα ειδικά θέματα στους ειδικούς.
Ας κάνουμε αισθητή την παρουσία μας, προβάλλοντας το έργο μας, αποκτώντας φωνή και δίνοντας τη μάχη των δημοσίων σχέσεων.
Ας ξεχάσουμε για λίγο ότι θέλουμε να γίνουμε χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη και ας αποφασίσουμε επιτέλους ποιος είναι ο χαλίφης.
Ας κτυπήσουμε πόρτες, ας καταθέσουμε απόψεις και προτάσεις, ας ενταχθούμε στην πρακτική του δούναι και λαβείν, ας δώσουμε και ας πάρουμε υποσχέσεις (και όρκους ενδεχομένως) προς όλες τις κατευθύνσεις, τώρα που τίποτε δεν μας βιάζει να χαράξουμε τη γραμμή μας.
Ας δημιουργήσουμε την υποδομή, ας ρίξουμε το σπόρο σε χρόνο ανύποπτο και όχι πάλι εν θερμώ και στην “τούρλα του Σαββάτου”.
Ας τολμήσουμε να ρωτήσουμε ευθέως, και χωρίς να αφήσουμε περιθώρια υπεκφυγών και διγλωσσίας, τους πολιτικούς μας φίλους τι θα πράξουν, ποια στάση θα κρατήσουν στα ζητήματα που μας αφορούν.
Ας δείξουμε τα δόντια μας σε άτομα και επιχειρήσεις που ζουν από τα χρήματά μας και που μας πολεμούν με αυτά, χτυπώντας το ευαίσθητο σημείο τους (κι αυτό θα είναι μείον τους), δηλαδή το πορτοφόλι. Διευκρινίζουμε, προς άρση τυχόν παρεξηγήσεων, ότι δεν εξαιρούμε ΚΑΝΕΝΑΝ από το μέτρο αυτό. Από το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς μέχρι τη μεγαλύτερη πολυεθνική αλυσίδα super market, από τον περιπτερά και τον υδραυλικό μέχρι το γιατρό και το μηχανικό, από το βενζινάδικο μέχρι την αεροπορική εταιρία, ΟΛΟΙ ΑΝΕΞΑΙΡΕΤΩΣ πρέπει και μπορεί να πάψουν στο μέλλον να μας θεωρούν “δεδομένους” και “σίγουρη πελατεία”.
Ας πούμε, με λόγια και με έργα, “άντε γεια” σε οποιονδήποτε μας έχει πει το ίδιο.
Ας τραβήξουμε (με δύναμη, παρακαλώ) το αφτί των αχόρταγων, κοντόφθαλμων, αεριτζήδων, αλεξιπτωτιστών φίλων μας, ακριβώς επειδή είναι φίλοι μας.
Ας κόψουμε, με το κατάλληλο κάθε φορά ψαλίδι, τη μία από τις δύο γλώσσες των δίγλωσσων, για να μην μπερδεύονται οι καημένοι.
Ας εργασθούμε ως άτομα (αν μπορεί να θεωρηθεί εργασία το να γράψεις ένα γράμμα ή το να κάνεις ένα τηλεφώνημα), για να προβάλουμε τις απόψεις μας, για να καταθέσουμε τον αντίλογο και τις ενστάσεις μας, για να κάνουμε ΑΙΣΘΗΤΗ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΜΑΣ, όπου εντοπίζουμε οργανωμένη, κατευθυνόμενη, επιδοτούμενη προπαγάνδα εναντίον μας, αλλά και όπου εντοπίζουμε τίμιους, ανοιχτόμυαλους και διατεθειμένους να μάθουν την αλήθεια ανθρώπους.
Και, κυρίως, ας μην δώσουμε ποτέ ξανά το δικαίωμα σε κανέναν να σκεφτεί (παραφράζοντας τον εθνικό μας ποιητή) “σαν δεν είναι μονιασμένοι δεν τους πρέπουνε πουλιά”.
Ας θυμηθούμε τα λόγια του Τόμας Τζέφερσον, «Ένα δυνατό σώμα κάνει δυνατό και το μυαλό. Όσο για το είδος της εξάσκησης, συνιστώ τα όπλα. Παρ’ όλο που προσφέρουν μέτρια εξάσκηση του σώματος, χαρίζουν γενναιότητα, εφευρετικότητα και ανεξαρτησία του πνεύματος. Τα αθλήματα που διεξάγονται με τη μπάλα και άλλα παρόμοια μέσα, είναι υπερβολικά βίαια για το σώμα και δεν διαμορφώνουν το χαρακτήρα. Ας είναι, λοιπόν, το όπλο σας ο μόνιμος σύντροφος στην πορεία της ζωής σας..».
Γράφει ο Μάκης Κόλλιας